μεσσηγύς

μεσσηγύς
μεσηγύ
in the middle
epic (indeclform adverb)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μεσηγύ — και επικ. τ. μεσσηγύ και μεσσηγύς και μεσηγύς (Α) επίρρ. 1. στο μέσο, καταμεσίς («οὐδέ τι πολλὴ χώρη μεσσηγύς», Ομ. Ιλ.) 2. χρον. εν τω μεταξύ 3. μεταξύ, ανάμεσα (ἐν δόρυ πῆξεν ὤμων μεσσηγύς», Ομ. Ιλ.) 4. (ως ουδ. ουσ. τὸ μεσηγύ το μέρος που… …   Dictionary of Greek

  • μεσσηγύ — και μεσσηγύς (Α) επίρρ. (επικ. τ.) βλ. μεσηγύ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”